Ένα μυαλό

Ένα μυαλό
και κάτι άλλο

14/02/2015

Η ζωή της


Μια φράση από μια αγαπημένη μου ταινία, μου τριβελίζει απ' το πρωί το μυαλό: “...εγώ, σαν το Θεό, δεν παίζω με ζάρια και δεν πιστεύω σε συμπτώσεις”. Δεν είναι σύμπτωση λοιπόν το ότι σήμερα, παραμονή του Αγίου Βαλεντίνου, μετακόμισε στην πολυκατοικία μου αυτό το πλάσμα, που μ' έκανε να ξαναζήσω την παραζάλη που σου προκαλεί ο κεραυνοβόλος έρωτας. Είχα αποφασίσει από χθες μην πάω σήμερα στο γραφείο και να δουλέψω το κείμενο για την Οργάνωση από το σπίτι κι έτσι την είδα σε μια από τις οθόνες μου να μπαίνει στο καινούριο της διαμέρισμα. Από 'κείνη τη στιγμή δε μ' ενδιέφερε πια να κοιτάξω την εικόνα κανένός άλλου από τα διαμερίσματα της πολυκατοικίας μου. Μόνο το δικό της, γεμάτο κούτες, τσάντες, σακίδια κι έπιπλα κι εκείνη στη μέση, χωρίς καμιά διάθεση να τακτοποιήσει οτιδήποτε. Τέλεια, μέσα στην απόλυτη απραξία της.

Περιττό να πω ότι το κείμενο περί της μέχρι σήμερα επιτυχίας της Οργάνωσης στο θέμα της λειτουργίας της ελευθεριακής μας κοινωνίας παραμένει ως τώρα ένα λευκό χαρτί. Χθες το βράδυ πριν κοιμηθώ το είχα σχεδόν στήσει στο μυαλό μου. Θα άρχιζα με μια αναδρομή στο πώς ξεκίνησε η Οργάνωση, πώς εξαπλώθηκαν οι ιδέες της κοινωνικής ελευθερίας, της παντελούς έλλειψης της αναγκαιότητας του να ντρέπεται κάποιος για όσα κάνει και της επικράτησης του δόγματος “όλα στο φως”. Θα συνέχιζα με το πόσο θετικά εξελίχθηκε η κοινωνία έχοντας πλέον ως βάση την αποδοχή της ανθρώπινης φύσης σε όλες τις εκφάνσεις της και πόσο πιο ελεύθεροι αισθανόμαστε να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, την καθημερινότητα και τις επιλογές μας. Χωρίς ντροπή, χωρίς τύψεις, χωρίς τιμωρία. Το κείμενο θα κατέληγε στην επιτομή της αποδοχής - και κατ' επέκταση του ελεύθερου βίου - κάθε πολίτη της χώρας, με την εγκατάσταση συστημάτων οπτικοακουστικού υλικού σε κάθε σπίτι, διαμέρισμα, επιχείρηση, προκειμένου να είναι διαθέσιμη σε όλους η εικόνα της ζωής οποιουδήποτε, καταργώντας έτσι την αναχρονιστική άποψη της αναγκαιότητας της ιδιωτικότητας του βίου. Απαραίτητη σημείωση στο κείμενο θα ήταν η μείωση της εγκληματικότητας από τη στιγμή που εγκαταστάθηκαν οι κάμερες, μια που εκτός από τη δυνατότητα της πληροφόρησης για τη ζωή του γείτονα, παρέχουν και αυτήν του ελέγχου και της παρέμβασης, προκειμένου ν' αποφευχθεί κάποια μη αναστρέψιμη κατάσταση. Φυσικά, ακόμη καταγράφονται περιστατικά βίας, ακόμα και φόνοι, αλλά οι στατιστικές της Οργάνωσης δείχνουν ότι τα ποσοστά βαίνουν μειούμενα κι αυτό αποτελεί τεράστια επιτυχία, κάτι που με κάνει να φουσκώνω από υπερηφάνια για το ότι είμαι ένα από τα άτομα του πυρήνα της Οργάνωσης από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας της.

Τώρα όμως, το μυαλό και τα μάτια μου έχουν κολλήσει σ' αυτήν την κοπέλα. Τη βλέπω μέσα από την οθόνη μου να σκαλίζει τα πράγματά της και να καθεται στα πλακάκια του διαμερίσματος, κρατώντας έναν μαρκαδόρο κι ένα τετράδιο. Είναι τόσο όμορφη! Θέλω ν' ανέβω στον 6ο, να της χτυπήσω την πόρτα και με αφορμή το καλωσόρισμα να την προσκαλέσω για καφέ. Μας φαντάζομαι ήδη να μιλάμε πίνοντας ένα αρωματικό μίγμα βραζιλιάνικου καφέ, να γελάμε και ν' αγγιζόμαστε δήθεν τυχαία, καθώς της προσφέρω κουλουράκια βανίλιας. Όσο την κοιτάζω να γράφει στο τετράδιό της, η φαντασία μου οργιάζει. Φαντάζομαι πώς θα είναι να φιλάω τα σαρκώδη της χείλια, να μυρίζω τα μαλλιά της και ν' αγγίζω τον πορσελάνινο λαιμό της. Το μυαλό μου πάει ακόμη παραπέρα, όμως μια σκέψη παγώνει τη φαντασίωσή μου.
Οι κάμερες! Η σκέψη του ότι οι γείτονες θα είναι θεατές στην πλοκή του ερωτικού μας ειδυλλίου - και κατά κάποιο τρόπο συμμετέχοντες - μου δημιουργεί για πρώτη φορά μετά από χρόνια ένα ιδιαίτερα δυσάρεστο συναίσθημα. Μια ξεχασμένη λέξη καρφώνεται στο νου μου. Αποκλειστικότητα. Αυτήν την κοπέλα τη θέλω μόνο για μένα! Δε θέλω να τη δει κανείς άλλος να μου δίνεται ολοκληρωτικά. Και δεν έχει να κάνει με ντροπή. Έχει να κάνει... ω, Θεέ ανύπαρκτε! … με την ιδιοκτησία! “Μόνο δική μου!”, αυτό θέλω να είναι.

Ρίχνω μια ματιά στις οθόνες των άλλων διαμερισμάτων. Στον 1ο όροφο δεν κινείται τίποτα. Όλοι έχουν πάει στις δουλειές τους. Στο 2ο η κυρία Μαρία μαγειρεύει βλέποντας πρωινάδικα. Στον 3ο τα “φοιτητάκια” μόλις ξύπνησαν και πίνουν καφέ στρίβοντας τριφυλλάκια. Αυτούς δεν τους απασχολεί και πολύ το θέμα της κάμερας, έτσι κι αλλιώς. Στο δικό μου όροφο ο κυρ-Γιάννης κάθεται και παρακολουθεί ένα-ένα τα διαμερίσματα στις οθόνες του. Παλιό μέλος της ομάδας - πρόδρομου της Οργάνωσης, θεωρεί ότι “είναι ευθύνη μας να εργαζόμαστε ακούραστα για να πετύχει το εγχείρημα” και όντας συνταξιούχος δεν ασχολείται με τίποτε άλλο, εκτός της καταγραφής και της ανάλυσης των παρατηρήσεών του. Στον 5ο, ο εργένης και γόης της πολυκατοικίας ξεπροβοδίζει μια ακόμη κατάκτησή του απ' το χθεσινοβραδυνό πάρτυ, λοξοκοιτώντας την οθόνη του διαμερίσματος της νέας μας ενοίκου!

Αυτό το τελευταίο με ξαναγυρνά στο αντικείμενο του πόθου μου. Όση ώρα παρακολουθούσα τα υπόλοιπα διαμερίσματα, εκείνη έχει στήσει απ'τον έναν τοίχο στον άλλον ένα σκοινί, λες και θ' απλώσει μπουγάδα. Αντί για ρούχα όμως, κρεμάει με μανταλάκια σελίδες απ' το τετράδιό της. Κάνω ζουμ στην πρώτη και διαβάζω. Συνθήματα του κινήματος “Αυτοδιάθεση”. Η Αυτοδιάθεση προέκυψε από μια διάσπαση της Οργάνωσης, η οποία υποστήριζε την ατομική ελευθερία ως σημαντικότερη της κοινωνικής. Τα περισσότερα μέλη της κατέφυγαν σε εγκαταλελλειμένα χωριά, κυρίως στα ορεινά της χώρας, όταν η Οργάνωση επικράτησε ως πολιτικοκοινωνικό σύστημα. Από τότε, ένα ειδικό τμήμα της Οργάνωσης, εφόσον εντοπίσει κάποιο μέλος της Αυτοδιάθεσης σε αστικό κέντρο ή οργανωμένο επαρχιακό σύστημα, το εντάσσει υποχρεωτικά, για ένα χρόνο τουλάχιστον, στο ισχύον κοινωνικό καθεστώς, παρέχοντάς του ταυτόχρονα στέγη κι εργασία σε κάποιο απ' τα δίκτυα κοινωφελούς προσφοράς.
Η συνειδητοποίηση της σύγκρουσης των απόψεών μας κάθε άλλο παρά μειώνει τον πόθο μου για 'κείνη. Η πρόκληση να την κατακτήσω τόσο στο σώμα, όσο και στο μυαλό, γίνεται σε μια στιγμή θέμα ζωής ή θανάτου. Με τα μάτια στην οθόνη, αρπάζω τα παπούτσια μου, αποφασισμένος ν' ανέβω να τη συναντήσω από κοντά. Έχει ήδη γεμίσει το σκοινί με σελίδες απ' άκρη σ' άκρη κι όσο προχωρά τα συνθήματα γίνονται όλο και πιο σκληροπυρηνικά. Καθώς σηκώνομαι να φύγω, τη βλέπω να στέκεται στη μέση του δωματίου και τα μάτια της μου μοιάζουν με ήλιους από άλλους γαλαξίες. Η λάμψη όμως έρχεται απ' το χέρι της. Στέκεται κοντά στην κάμερα και θα 'παιρνα όρκο πως με κοιτάει στα μάτια. Με μια γρήγορη κίνηση περνά το χέρι μπροστά απ' το λαιμό της κι η οθόνη μου γεμίζει με αίμα.

Έχω παγώσει. Ένα τρέμουλο διαπερνά όλο μου το σώμα. Δεν ξέρω πόση ώρα έχει περάσει. Βλέπω στην οθόνη μου τον κυρ-Γιάννη να σπάει την πόρτα της και να πέφτει πάνω στο κοκκαλωμένο της σώμα πιέζοντας το λαιμό της με μια πετσέτα. Στο άλλο του χέρι κρατά το κινητό του τηλέφωνο και καλεί γι' ασθενοφόρο. Η κυρα-Μαρία στέκεται στην είσοδο κρατώντας μια κουτάλα, ενώ ο γόης του 5ου στέκεται όρθιος δίπλα στο άψυχο σώμα, παρακολουθώντας τις απέλπιδες ενέργειες του κυρ-Γιάννη “να σώσει τούτον τον άγγελο”...

Το κείμενό μου για την Οργάνωση δε γράφτηκε ποτέ. Μόνο ένα σημείωμα πριν φύγω για το βουνό.
“Η ελευθερία είναι επιλογή,
η αυτοδιάθεση δικαίωμα.
Ζήτω ο Άνθρωπος!
Ζήτω το Χάος!
Ζήτω η Ελευθερία!”